Τελικά ο λαός μας αντιλαμβανόμενος το αυτονόητο, ότι η συνέχιση της ίδιας πολιτικής οδηγεί σε αδιέξοδο, έδωσε την ευκαιρία σε μια άλλη επιλογή, που στοχεύει στην αλλαγή κατεύθυνσης της οικονομικής πολιτικής, από εκείνη της εσωτερικής υποτίμησης στην πολιτική ενίσχυσης της ζήτησης.
Τα περιθώρια βέβαια άσκησης αυτόνομης επεκτατικής οικονομικής πολιτικής στο πλαίσιο του Συμφώνου Σταθερότητας, είναι περιορισμένα, αφού η χώρα δεσμεύεται να μη δημιουργήσει νέα ελλείμματα. Έχει όμως τη δυνατότητα να σταματήσει την περιοριστική πολιτική αναμορφώνοντας τον προϋπολογισμό, να ενισχύσει τη ζήτηση εγχώριων προϊόντων μέσω του προγράμματος ανθρωπιστικής βοήθειας και να διευρύνει το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων.
Απαραίτητη προϋπόθεση είναι η αντικατάσταση του μνημονιακού προγράμματος με ένα εθνικό πρόγραμμα ανάταξης και ανασυγκρότησης της οικονομίας. Είναι ανάγκη να μειωθούν δραστικά, στο πλαίσιο μιας έστω ήπιας αναδιάρθρωσης, τα πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα της τάξεως των 6,5 - 7 δις για τα επόμενα 7 χρόνια, που προορίζονται για την πληρωμή τόκων, ώστε να παραμείνουν ελεύθεροι πόροι για την χρηματοδότηση της επανεκκίνησης της οικονομίας. Αν μάλιστα και αυτές οι πληρωμές συνδεθούν με ρήτρα ανάπτυξης θα ήταν για μερικά χρόνια μια καλή εξέλιξη.
Ταυτόχρονα η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να παρουσιάσει και να αρχίσει άμεσα να υλοποιεί ένα φιλόδοξο, ρεαλιστικό πρόγραμμα διαρθρωτικών αλλαγών για την εξασφάλιση βιώσιμης ανάπτυξης σε ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον. Η αρχή πρέπει να γίνει με την εγκαθίδρυση ενός σύγχρονου κράτους, που αποτελεί ταυτόχρονα εργαλείο για τις μεταρρυθμίσεις στους άλλους τομείς. Οι τρεις μεγάλες ασθένειες του κράτους μας, η γραφειοκρατία, η πολυνομία και η διαφθορά είναι ανάγκη να περιοριστούν δραστικά. Ακολουθούν η αναμόρφωση του φορολογικού συστήματος καθώς και η επιτάχυνση στην απονομή δικαιοσύνης.
Το πρόγραμμα αυτό θα αποτελέσει και το καλύτερο διαπραγματευτικό χαρτί για να πείσουμε τους δανειστές μας, ότι η χώρα μετά από τόσες θυσίες, έχει δικαίωμα να ζητάει μια ευκαιρία για να κάνει μια καινούργια αρχή.
Οι δηλώσεις ξένων παραγόντων, ότι κάναμε πολλά και ότι τα επιτόκια είναι ήδη πολύ χαμηλά, ανταποκρίνονται μερικώς στην αλήθεια, αφού η γενική κατάσταση του χρέους συνεχίζει να παραμένει προβληματική και να αποκλείει κάθε προοπτική για ανάπτυξη.
Τα περιθώρια βέβαια άσκησης αυτόνομης επεκτατικής οικονομικής πολιτικής στο πλαίσιο του Συμφώνου Σταθερότητας, είναι περιορισμένα, αφού η χώρα δεσμεύεται να μη δημιουργήσει νέα ελλείμματα. Έχει όμως τη δυνατότητα να σταματήσει την περιοριστική πολιτική αναμορφώνοντας τον προϋπολογισμό, να ενισχύσει τη ζήτηση εγχώριων προϊόντων μέσω του προγράμματος ανθρωπιστικής βοήθειας και να διευρύνει το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων.
Απαραίτητη προϋπόθεση είναι η αντικατάσταση του μνημονιακού προγράμματος με ένα εθνικό πρόγραμμα ανάταξης και ανασυγκρότησης της οικονομίας. Είναι ανάγκη να μειωθούν δραστικά, στο πλαίσιο μιας έστω ήπιας αναδιάρθρωσης, τα πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα της τάξεως των 6,5 - 7 δις για τα επόμενα 7 χρόνια, που προορίζονται για την πληρωμή τόκων, ώστε να παραμείνουν ελεύθεροι πόροι για την χρηματοδότηση της επανεκκίνησης της οικονομίας. Αν μάλιστα και αυτές οι πληρωμές συνδεθούν με ρήτρα ανάπτυξης θα ήταν για μερικά χρόνια μια καλή εξέλιξη.
Ταυτόχρονα η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να παρουσιάσει και να αρχίσει άμεσα να υλοποιεί ένα φιλόδοξο, ρεαλιστικό πρόγραμμα διαρθρωτικών αλλαγών για την εξασφάλιση βιώσιμης ανάπτυξης σε ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον. Η αρχή πρέπει να γίνει με την εγκαθίδρυση ενός σύγχρονου κράτους, που αποτελεί ταυτόχρονα εργαλείο για τις μεταρρυθμίσεις στους άλλους τομείς. Οι τρεις μεγάλες ασθένειες του κράτους μας, η γραφειοκρατία, η πολυνομία και η διαφθορά είναι ανάγκη να περιοριστούν δραστικά. Ακολουθούν η αναμόρφωση του φορολογικού συστήματος καθώς και η επιτάχυνση στην απονομή δικαιοσύνης.
Το πρόγραμμα αυτό θα αποτελέσει και το καλύτερο διαπραγματευτικό χαρτί για να πείσουμε τους δανειστές μας, ότι η χώρα μετά από τόσες θυσίες, έχει δικαίωμα να ζητάει μια ευκαιρία για να κάνει μια καινούργια αρχή.
Οι δηλώσεις ξένων παραγόντων, ότι κάναμε πολλά και ότι τα επιτόκια είναι ήδη πολύ χαμηλά, ανταποκρίνονται μερικώς στην αλήθεια, αφού η γενική κατάσταση του χρέους συνεχίζει να παραμένει προβληματική και να αποκλείει κάθε προοπτική για ανάπτυξη.