Η κρίση μας έφερε αντιμέτωπους με πρωτόγνωρα προβλήματα, αλλά και θεσμούς και διαδικασίες, που ενώ άρχισαν να λειτουργούν σταδιακά από την είσοδο του Ευρώ στη ζωή μας, οι περισσότεροι όμως παρέμεναν άγνωστοι στο ευρύ κοινό. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), το Ευρωσύστημα, η Κοινή Τραπεζική Εποπτεία, έχουν ως αποστολή την εύρυθμη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος, αλλά και τον ομαλό εφοδιασμό των τραπεζών και της αγοράς με την αναγκαία για τη λειτουργία τους ρευστότητα.
Παρά τις όποιες ενστάσεις, που θα μπορούσε να διατυπώσει κανείς, για ορισμένες ενέργειες του ευρωπαίου κεντρικού τραπεζίτη Μάριο Ντράγκι, θα πρέπει να δεχτούμε, ότι η παροχή ρευστότητας προς τις τράπεζες λειτούργησε, δεδομένων των συνθηκών, κανονικά.
Με το συνολικό ποσό στην εκροή των καταθέσεων από το Νοέμβριο να υπερβαίνει τα 35 δις, τα κυκλοφορούντα τραπεζογραμμάτια εκτός συστήματος να ανέρχονται στα 45 δις Ευρώ, η ΕΚΤ φρόντισε με την αποστολή ολόκληρων αεροπορικών φορτίων, να εφοδιάζει τις τράπεζες με επαρκή ρευστότητα, ώστε να παραμείνουν ανοιχτές, χωρίς να επιβληθεί έλεγχος κεφαλαίων ή να χρεοκοπήσει ανοιχτά η χώρα.
Τόσο το καλοκαίρι του 2012, όσο και τους τελευταίους μήνες, οι τράπεζες άδειασαν από τραπεζογραμμάτια κυρίως των 50 και 100 Ευρώ, με αποτέλεσμα η Τράπεζα της Ελλάδος να κινητοποιήσει τους μηχανισμούς για την αντικατάστασή τους από το Ευρωσύστημα, πράγματι με την αποστολή Cargo αεροπλάνων από την Φρανκφούρτη, που είναι η έδρα της ΕΚΤ.
Πρόκειται για μια συνήθη διαδικασία, όπου όταν αυξάνεται η ζήτηση για μετρητά σε μια χώρα μεταφέρονται πλεονάσματα από άλλες, όπου οι ανάγκες ήταν κατώτερες των προϋπολογισμένων. Η αναγκαία ρευστότητα σε μετρητά κάθε χρόνο προγραμματίζεται από την ΕΚΤ, με βάση τη συμμετοχή κάθε χώρας στα ίδια κεφάλαια της τράπεζας και την προβλεπόμενη εξέλιξη του ΑΕΠ κάθε μιας. Στη συνέχεια οι εθνικές κεντρικές τράπεζες αναθέτουν την εκτύπωση των χαρτονομισμάτων σε χώρες που διαθέτουν νομισματοκοπεία. Το κάθε νομισματοκοπείο αναλαμβάνει την παραγωγή συγκεκριμένων τραπεζογραμματίων. Η Γερμανία για παράδειγμα τυπώνει 20ευρα και 50ευρα. Η Ελλάδα στο νομισματοκοπείο του Χολαργού τυπώνει χαρτονομίσματα των 10 Ευρώ.
Έτσι εξηγείται και η ανάγκη για μεταφορά των τραπεζογραμματίων από το εξωτερικό, αφού οι ανάγκες για μετρητά δισεκατομμυρίων κάθε εβδομάδα δεν ήταν δυνατόν να καλυφθούν με την εσωτερική παραγωγή των 10ευρων.
Είναι αυτονόητο, ότι με την ομαλοποίηση του πολιτικού σκηνικού και τη σύναψη της συμφωνίας με τους δανειστές, τα περισσότερα μετρητά θα επιστρέψουν στις τράπεζες και από εκεί στην ΕΚΤ στη Φρανκφούρτη, μειώνοντας ταυτόχρονα και την έκθεσή μας στον ELA.
Παρά τις όποιες ενστάσεις, που θα μπορούσε να διατυπώσει κανείς, για ορισμένες ενέργειες του ευρωπαίου κεντρικού τραπεζίτη Μάριο Ντράγκι, θα πρέπει να δεχτούμε, ότι η παροχή ρευστότητας προς τις τράπεζες λειτούργησε, δεδομένων των συνθηκών, κανονικά.
Με το συνολικό ποσό στην εκροή των καταθέσεων από το Νοέμβριο να υπερβαίνει τα 35 δις, τα κυκλοφορούντα τραπεζογραμμάτια εκτός συστήματος να ανέρχονται στα 45 δις Ευρώ, η ΕΚΤ φρόντισε με την αποστολή ολόκληρων αεροπορικών φορτίων, να εφοδιάζει τις τράπεζες με επαρκή ρευστότητα, ώστε να παραμείνουν ανοιχτές, χωρίς να επιβληθεί έλεγχος κεφαλαίων ή να χρεοκοπήσει ανοιχτά η χώρα.
Τόσο το καλοκαίρι του 2012, όσο και τους τελευταίους μήνες, οι τράπεζες άδειασαν από τραπεζογραμμάτια κυρίως των 50 και 100 Ευρώ, με αποτέλεσμα η Τράπεζα της Ελλάδος να κινητοποιήσει τους μηχανισμούς για την αντικατάστασή τους από το Ευρωσύστημα, πράγματι με την αποστολή Cargo αεροπλάνων από την Φρανκφούρτη, που είναι η έδρα της ΕΚΤ.
Πρόκειται για μια συνήθη διαδικασία, όπου όταν αυξάνεται η ζήτηση για μετρητά σε μια χώρα μεταφέρονται πλεονάσματα από άλλες, όπου οι ανάγκες ήταν κατώτερες των προϋπολογισμένων. Η αναγκαία ρευστότητα σε μετρητά κάθε χρόνο προγραμματίζεται από την ΕΚΤ, με βάση τη συμμετοχή κάθε χώρας στα ίδια κεφάλαια της τράπεζας και την προβλεπόμενη εξέλιξη του ΑΕΠ κάθε μιας. Στη συνέχεια οι εθνικές κεντρικές τράπεζες αναθέτουν την εκτύπωση των χαρτονομισμάτων σε χώρες που διαθέτουν νομισματοκοπεία. Το κάθε νομισματοκοπείο αναλαμβάνει την παραγωγή συγκεκριμένων τραπεζογραμματίων. Η Γερμανία για παράδειγμα τυπώνει 20ευρα και 50ευρα. Η Ελλάδα στο νομισματοκοπείο του Χολαργού τυπώνει χαρτονομίσματα των 10 Ευρώ.
Έτσι εξηγείται και η ανάγκη για μεταφορά των τραπεζογραμματίων από το εξωτερικό, αφού οι ανάγκες για μετρητά δισεκατομμυρίων κάθε εβδομάδα δεν ήταν δυνατόν να καλυφθούν με την εσωτερική παραγωγή των 10ευρων.
Είναι αυτονόητο, ότι με την ομαλοποίηση του πολιτικού σκηνικού και τη σύναψη της συμφωνίας με τους δανειστές, τα περισσότερα μετρητά θα επιστρέψουν στις τράπεζες και από εκεί στην ΕΚΤ στη Φρανκφούρτη, μειώνοντας ταυτόχρονα και την έκθεσή μας στον ELA.