Σε μερικές ημέρες μπαίνουμε αισίως στον 6ο χρόνο, όπου η Ευρώπη προσπαθεί να λύσει τα προβλήματά της, χωρίς όμως και να τα καταφέρνει. Αντίθετα μάλιστα! Ένα πρόβλημα χρέους και μειωμένης ανταγωνιστικότητας, τείνει να εξελιχθεί σε εφιάλτη στασιμότητας και αποπληθωρισμού.
Στην οικονομική πολιτική, για να είναι αποτελεσματική, παίζουν δύο πράγματα ρόλο. Η σωστή χρονική στιγμή που επιλέγεις να εφαρμόσεις ένα ή μια δέσμη μέτρων καθώς και η σωστή δοσολογία. Σωστά το 2009 οι κυβερνήσεις των περισσότερων χωρών παρενέβησαν και με κεφαλαιακές ενισχύσεις έσωσαν τις τράπεζες σε βάρος βέβαια των φορολογούμενων πολιτών. Επίσης σωστά ενίσχυσαν τη ζήτηση με αναπτυξιακά πακέτα για να αποφευχθεί η συνέχιση της βαθιάς ύφεσης και να ανακοπεί η καθοδική πορεία.
Η συνέχεια δυστυχώς μόνο επιτυχημένη δεν ήταν. Οι ευρωπαίοι πολιτικοί, ως άλλοι μαθητευόμενοι μάγοι, περιέπεσαν στο ένα λάθος μετά το άλλο. Στην προσπάθειά τους να αποκλιμακώσουν την ανοδική τροχιά των χρεών, δεν αντελήφθησαν κάτι που και ένας αρχάριος ορειβάτης γνωρίζει. Ότι δηλαδή για να κατέβεις το βουνό συχνά είναι πιο δύσκολο και επικίνδυνο από το να το ανέβεις.
Με τη δραστική περιοριστική οικονομική, τη δημοσιονομική προσαρμογή, την πολιτική λιτότητας, έθεσαν σε κίνδυνο οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές κατακτήσεις των λαών της Ευρώπης που ήταν αποτέλεσμα μόχθου και αγώνων δεκαετιών. Αφού πρώτα με τις αστοχίες τους κατάφεραν να αμφισβητείται διεθνώς και αυτή η ύπαρξη του Ευρώ, που θεωρείται ως η σημαντικότερη κατάκτηση στη μακρόχρονη πορεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ήρθε και η λάθος συνταγή για να δημιουργήσει μεγαλύτερα προβλήματα. Το Δημοσιονομικό Σύμφωνο με τη βασικότερη συνιστώσα του, το φρένο χρέους, που θεσμικά πλέον και αυτόματα μονιμοποιεί την περιοριστική πολιτική και αναγορεύει, μια νέα πρωτοτυπία, την αντιμετώπιση του χρέους ως πρωταρχικό στόχο στην άσκηση οικονομικής πολιτικής. Όλοι οι άλλοι στόχοι, απασχόληση, ανάπτυξη, πληθωρισμός, ισοζύγιο πληρωμών, κατανομή του εισοδήματος, παραμερίζονται και οφείλουν να εξυπηρετούν τον ένα και μοναδικό που είναι η απομείωση των χρεών. Και ας είναι η δημιουργία χρεών, παράγωγο μιας αποτυχημένης πολιτικής στην προσπάθεια επίτευξης των παραπάνω στόχων και όχι η αιτία.
Η εμμονή, κυρίως της Γερμανίας, στη συνέχιση και στην πιστή τήρηση του χρονοδιαγράμματος για την εφαρμογή των σκληρών όρων του δημοσιονόμου συμφώνου, έχει οδηγήσει αρκετές χώρες, όπως η Ιταλία και η Γαλλία, σε μεγάλα διλήμματα. Από τη μια είναι υποχρεωμένες να εφαρμόσουν πολιτικές άμεσης μείωσης των ελλειμμάτων τους, ενώ από την άλλη γνωρίζουν ότι στη φάση που βρίσκονται οι οικονομίες τους, σε ύφεση και σε στασιμότητα, τα πράγματα θα επιδεινωθούν, με κίνδυνο να μην είναι σε θέση να ανακάμψουν.
Η συνέχιση μιας απέλπιδος και αναποτελεσματικής πολιτικής, έχει οδηγήσει την Ευρώπη στο σημείο ώστε το ΑΕΠ της να είναι μικρότερο κατά 1,7%, ενώ εκείνο των ΗΠΑ, που εφάρμοσαν την ακριβώς αντίθετη πολιτική, 8,5% πάνω από το ΑΕΠ του 2008, που ήταν και το πρώτο έτος έναρξης της κρίσης. Όλα δείχνουν, ότι για τα επόμενα χρόνια εκείνο που μπορούμε να περιμένουμε είναι, στην καλύτερη περίπτωση μια ασθενική ανάπτυξη και το χειρότερο μια παρατεταμένη στασιμότητα. Και τα δύο όμως οδηγούν στο ίδιο αποτέλεσμα.
Όταν οι άλλοι μεγάλοι οικονομικοί σχηματισμοί όπως οι ΗΠΑ και η Κίνα, η Ρωσία με την τεχνητή μείωση της τιμής του πετρελαίου βγήκε τουλάχιστον προς το παρόν έξω από το παιχνίδι, αναπτύσσονται με γοργούς ρυθμούς, η Ευρώπη μένει πίσω, χάνει συνεχώς έδαφος, το Ευρώ ως αποθεματικό νόμισμα αποδυναμώνεται, είναι λογικό ότι δεν είναι σε θέση να κρατήσει βηματισμό στη μεγάλη κούρσα για την πρωτοπορία στο παγκόσμιο οικονομικό γίγνεσθαι με ότι αυτό συνεπάγεται.
Για να αναστραφεί η πορεία θα πρέπει να αλλάξει ριζικά η ασκούμενη πολιτική. Η εμπειρία όμως δυστυχώς δείχνει, ότι όταν οι πολιτικοί πάρουν μια λανθασμένη απόφαση, δεν είναι αρκετή ούτε η επιστημονική τεκμηρίωση, αλλά ούτε και ο κοινός νους , για να την πάρουν πίσω. Θα πρέπει πρώτα να δουν γύρω τους, κοντά τους, όχι στη μακρινή Ελλάδα, ερείπια, και τότε ίσως αποφασίσουν να δράσουν.
Στην οικονομική πολιτική, για να είναι αποτελεσματική, παίζουν δύο πράγματα ρόλο. Η σωστή χρονική στιγμή που επιλέγεις να εφαρμόσεις ένα ή μια δέσμη μέτρων καθώς και η σωστή δοσολογία. Σωστά το 2009 οι κυβερνήσεις των περισσότερων χωρών παρενέβησαν και με κεφαλαιακές ενισχύσεις έσωσαν τις τράπεζες σε βάρος βέβαια των φορολογούμενων πολιτών. Επίσης σωστά ενίσχυσαν τη ζήτηση με αναπτυξιακά πακέτα για να αποφευχθεί η συνέχιση της βαθιάς ύφεσης και να ανακοπεί η καθοδική πορεία.
Η συνέχεια δυστυχώς μόνο επιτυχημένη δεν ήταν. Οι ευρωπαίοι πολιτικοί, ως άλλοι μαθητευόμενοι μάγοι, περιέπεσαν στο ένα λάθος μετά το άλλο. Στην προσπάθειά τους να αποκλιμακώσουν την ανοδική τροχιά των χρεών, δεν αντελήφθησαν κάτι που και ένας αρχάριος ορειβάτης γνωρίζει. Ότι δηλαδή για να κατέβεις το βουνό συχνά είναι πιο δύσκολο και επικίνδυνο από το να το ανέβεις.
Με τη δραστική περιοριστική οικονομική, τη δημοσιονομική προσαρμογή, την πολιτική λιτότητας, έθεσαν σε κίνδυνο οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές κατακτήσεις των λαών της Ευρώπης που ήταν αποτέλεσμα μόχθου και αγώνων δεκαετιών. Αφού πρώτα με τις αστοχίες τους κατάφεραν να αμφισβητείται διεθνώς και αυτή η ύπαρξη του Ευρώ, που θεωρείται ως η σημαντικότερη κατάκτηση στη μακρόχρονη πορεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ήρθε και η λάθος συνταγή για να δημιουργήσει μεγαλύτερα προβλήματα. Το Δημοσιονομικό Σύμφωνο με τη βασικότερη συνιστώσα του, το φρένο χρέους, που θεσμικά πλέον και αυτόματα μονιμοποιεί την περιοριστική πολιτική και αναγορεύει, μια νέα πρωτοτυπία, την αντιμετώπιση του χρέους ως πρωταρχικό στόχο στην άσκηση οικονομικής πολιτικής. Όλοι οι άλλοι στόχοι, απασχόληση, ανάπτυξη, πληθωρισμός, ισοζύγιο πληρωμών, κατανομή του εισοδήματος, παραμερίζονται και οφείλουν να εξυπηρετούν τον ένα και μοναδικό που είναι η απομείωση των χρεών. Και ας είναι η δημιουργία χρεών, παράγωγο μιας αποτυχημένης πολιτικής στην προσπάθεια επίτευξης των παραπάνω στόχων και όχι η αιτία.
Η εμμονή, κυρίως της Γερμανίας, στη συνέχιση και στην πιστή τήρηση του χρονοδιαγράμματος για την εφαρμογή των σκληρών όρων του δημοσιονόμου συμφώνου, έχει οδηγήσει αρκετές χώρες, όπως η Ιταλία και η Γαλλία, σε μεγάλα διλήμματα. Από τη μια είναι υποχρεωμένες να εφαρμόσουν πολιτικές άμεσης μείωσης των ελλειμμάτων τους, ενώ από την άλλη γνωρίζουν ότι στη φάση που βρίσκονται οι οικονομίες τους, σε ύφεση και σε στασιμότητα, τα πράγματα θα επιδεινωθούν, με κίνδυνο να μην είναι σε θέση να ανακάμψουν.
Η συνέχιση μιας απέλπιδος και αναποτελεσματικής πολιτικής, έχει οδηγήσει την Ευρώπη στο σημείο ώστε το ΑΕΠ της να είναι μικρότερο κατά 1,7%, ενώ εκείνο των ΗΠΑ, που εφάρμοσαν την ακριβώς αντίθετη πολιτική, 8,5% πάνω από το ΑΕΠ του 2008, που ήταν και το πρώτο έτος έναρξης της κρίσης. Όλα δείχνουν, ότι για τα επόμενα χρόνια εκείνο που μπορούμε να περιμένουμε είναι, στην καλύτερη περίπτωση μια ασθενική ανάπτυξη και το χειρότερο μια παρατεταμένη στασιμότητα. Και τα δύο όμως οδηγούν στο ίδιο αποτέλεσμα.
Όταν οι άλλοι μεγάλοι οικονομικοί σχηματισμοί όπως οι ΗΠΑ και η Κίνα, η Ρωσία με την τεχνητή μείωση της τιμής του πετρελαίου βγήκε τουλάχιστον προς το παρόν έξω από το παιχνίδι, αναπτύσσονται με γοργούς ρυθμούς, η Ευρώπη μένει πίσω, χάνει συνεχώς έδαφος, το Ευρώ ως αποθεματικό νόμισμα αποδυναμώνεται, είναι λογικό ότι δεν είναι σε θέση να κρατήσει βηματισμό στη μεγάλη κούρσα για την πρωτοπορία στο παγκόσμιο οικονομικό γίγνεσθαι με ότι αυτό συνεπάγεται.
Για να αναστραφεί η πορεία θα πρέπει να αλλάξει ριζικά η ασκούμενη πολιτική. Η εμπειρία όμως δυστυχώς δείχνει, ότι όταν οι πολιτικοί πάρουν μια λανθασμένη απόφαση, δεν είναι αρκετή ούτε η επιστημονική τεκμηρίωση, αλλά ούτε και ο κοινός νους , για να την πάρουν πίσω. Θα πρέπει πρώτα να δουν γύρω τους, κοντά τους, όχι στη μακρινή Ελλάδα, ερείπια, και τότε ίσως αποφασίσουν να δράσουν.