Το πρόγραμμα που ανακοινώθηκε από τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης δείχνει να έχει μια διαφορετική θεωρητική προσέγγιση από το υπάρχον.
Στηρίζεται στην ενίσχυση της ζήτησης ως μοχλό για την επανεκκίνηση της οικονομίας.
Προυπόθεση για την αποτελεσματική εφαρμογή του είναι πρώτον, ότι η χώρα θα είναι σε θέση να ασκήσει αυτόνομη οικονομική πολιτική και δεύτερον, η χρηματοδότηση να μη γίνει μέσω πρωτογενών ελλειμμάτων, κάτι που θα μας έβγαζε εκτός στόχων του Συμφώνου Σταθερότητας.
Συνεπώς οι πόροι για τη χρηματοδότηση της επανεκκίνησης θα πρέπει να εξοικονομηθούν από τις υπάρχουσες δυνατότητες με αναδιανομή των δαπανών αλλά και των βαρών, τα ευρωπαικά ταμεία, όπως επίσης και από τον περιορισμό όλων των σκιωδών δραστηριοτήτων που είναι η φοροδιαφυγή, το λαθρεμπόριο καυσίμων και τσιγάρων, οι τριγωνικές ενδοομιλικές συναλλαγές, τα πλαστά τιμολόγια, οι εξωχώριες εταιρείες, η διακίνηση λαθραίων εμπορευμάτων, ο έλεγχος των λιστών που περιέχουν μαύρο χρήμα κλπ.
Για να γίνει αυτό θα πρέπει πρώτον να υπάρχει πολιτική βούληση να συγκρουσθεί η κυβέρνηση με τα συμφέροντα και δεύτερον να οργανώσει τους αναγκαίους μηχανισμούς για την καταστολή.
Και τα δύο φαίνεται ότι η παρούσα κυβέρνηση δεν τα διαθέτει.
Αυτό προκύπτει, όχι μόνο από το γεγονός ´οτι το πάρτυ καλά κρατεί, αλλά και από δηλώσεις στελεχών της ίδιας της κυβερνητικής πλειοψηφίας, ´οπως του κ. Σούρλα (Γ.Γ. Διαφάνειας) και του καθηγητή κ. Γιαννίτση (τ. Προέδρου των ΕΛΠΕ).
Ας ελπίσουμε, ότι η επόμενη κυβέρνηση θα το τολμήσει.
Ένα όμως είναι βέβαιο, ότι αυτή η οικονομική πολιτική που ασκείται, αν συνεχισθεί, θα μας οδηγήσει σε μεγαλύτερα αδιέξοδα αλλά και ζημιές στον παραγωγικό ιστό της οικονομίας μας.
Θεωρώ, ότι ο ελληνικός λαός μετά από τόσες θυσίες που ´εχει κάνει, δικαιούται να ελπίζει σε κάτι καλύτερο για το μέλλον το δικό του αλλά και των παιδιών του, που βλέπει σήμερα να μεταναστεύουν.
Στηρίζεται στην ενίσχυση της ζήτησης ως μοχλό για την επανεκκίνηση της οικονομίας.
Προυπόθεση για την αποτελεσματική εφαρμογή του είναι πρώτον, ότι η χώρα θα είναι σε θέση να ασκήσει αυτόνομη οικονομική πολιτική και δεύτερον, η χρηματοδότηση να μη γίνει μέσω πρωτογενών ελλειμμάτων, κάτι που θα μας έβγαζε εκτός στόχων του Συμφώνου Σταθερότητας.
Συνεπώς οι πόροι για τη χρηματοδότηση της επανεκκίνησης θα πρέπει να εξοικονομηθούν από τις υπάρχουσες δυνατότητες με αναδιανομή των δαπανών αλλά και των βαρών, τα ευρωπαικά ταμεία, όπως επίσης και από τον περιορισμό όλων των σκιωδών δραστηριοτήτων που είναι η φοροδιαφυγή, το λαθρεμπόριο καυσίμων και τσιγάρων, οι τριγωνικές ενδοομιλικές συναλλαγές, τα πλαστά τιμολόγια, οι εξωχώριες εταιρείες, η διακίνηση λαθραίων εμπορευμάτων, ο έλεγχος των λιστών που περιέχουν μαύρο χρήμα κλπ.
Για να γίνει αυτό θα πρέπει πρώτον να υπάρχει πολιτική βούληση να συγκρουσθεί η κυβέρνηση με τα συμφέροντα και δεύτερον να οργανώσει τους αναγκαίους μηχανισμούς για την καταστολή.
Και τα δύο φαίνεται ότι η παρούσα κυβέρνηση δεν τα διαθέτει.
Αυτό προκύπτει, όχι μόνο από το γεγονός ´οτι το πάρτυ καλά κρατεί, αλλά και από δηλώσεις στελεχών της ίδιας της κυβερνητικής πλειοψηφίας, ´οπως του κ. Σούρλα (Γ.Γ. Διαφάνειας) και του καθηγητή κ. Γιαννίτση (τ. Προέδρου των ΕΛΠΕ).
Ας ελπίσουμε, ότι η επόμενη κυβέρνηση θα το τολμήσει.
Ένα όμως είναι βέβαιο, ότι αυτή η οικονομική πολιτική που ασκείται, αν συνεχισθεί, θα μας οδηγήσει σε μεγαλύτερα αδιέξοδα αλλά και ζημιές στον παραγωγικό ιστό της οικονομίας μας.
Θεωρώ, ότι ο ελληνικός λαός μετά από τόσες θυσίες που ´εχει κάνει, δικαιούται να ελπίζει σε κάτι καλύτερο για το μέλλον το δικό του αλλά και των παιδιών του, που βλέπει σήμερα να μεταναστεύουν.